|
Κείμενο : Χοροί στις Κυδωνιές γύρω στο 1910. |
Πηγή : /P088-14 , Ευρετήριο : O-C9AE7209 |
Τάσος Μουμτζής Χοροί στις Κυδωνιές γύρω στο 1910. Μουμτζής, Τάσος: “Χοροί στις Κυδωνιές γύρω στο 1910”, απο το βιβλίο του «Τραγούδια που τραγούδησα στα νιάτα μου», Θεσσαλονίκη, 1981. Δημοσίευση στο περιοδικό Παράδοση και Τέχνη 088, σελ. 20-21, Αθήνα, Δ.Ο.Λ.Τ., 7-8/2006. σελ.40 Ο Στέλιος με την ορχήστρα του, μέσα στα "σμόκιν", εφαρμόζει το πρόγραμμα όπως συνεφωνήθη με το προεδρείο, που περιλαμβάνει όλους τους μοντέρνους χορούς της εποχής (σοτίς, πόλκα, βάλς, καντρίλιες, λανσιέδες κλπ) και καλύπτει όλη τη βραδιά μέχρι τις έξη το πρωί. Περιγραφή του χορού και σχόλια διαβάζαμε σε δυό τρείς μέρες που κυκλοφορούσε η εφημερίδα μας, " Ο Κήρυξ των Κυδωνιών". Την εποχή εκείνη, γύρω στα 1910, επικρατούσαν τα αθάνατα εκείνα βιεννέζικα βάλς σαν τα παρακάτω : BIENNEZIKO BAΛΣ Μες στα μεσάνυχτα, μες στο σκοτάδι, μέσα στην άβυσσο, την ερημιά, που περπατούν τα ζευγάρια με χάρη και τραγουδούνε τραγούδια τρελά. ++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++ σελ. 41,44 Αλλωστε δεν έλειπαν απ' τη φιλόμουση πολιτεία μας, που θά 'πρεπε να τη λένε δεύτερη Κεφαλονιά, θεατρικά συγκροτήματα πρόζας των Αθηνών, μεγάλα και μικρά, με την Κυβέλη και την Κοτοπούλη, το μελόδραμα και μουσικά συγκροτήματα, οπερέτες κ.λ.π. Τις συνενοήσεις τις έκανε ο Βαλίδης, ιδιοκτήτης του ενός απ' τα μεγάλα κέντρα (καφενεία), που διέθετε θεατρική σκηνή, με όλα τα απαιτούμενα μέσα της εποχής εκείνης και πετύχαινε να εμφανίσει τα τελειότερα συγκροτήματα στο διψασμένο για θέαμα κοινό. Διέθετε μπλόκ εισητηρίων, δύο και τριών ατόμων-οικογενειακά, όπως τά'λεγαν-με ορισμένες θέσεις, που πουλούσε ο Βαλίδης πολύ πριν έρθει το συγκρότημα. Δεν μας στέρησε ο πατέρας τα θεάματα αυτά. Τον θυμάμαι με πόση χαρά μας ανάγγελνε ότι είχε εξασφαλίσει εισητήρια για την τάδε παράσταση. Σ΄αυτή τη σκηνή, εμφανίστηκε μια μανδολινάτα ερασιτεχνική τον χειμώνα 1910-1911, που συμμετείχε σε μια εκδήλωση του μεγάλου Φιλανθρωπικού Συλλόγου Κυριών της πολιτείας. Ελα πάμε κεί που σκορπίζουν τριαντάφυλλα βιολέτες και τα μύρα που χαρίζουν άνθη, χρώματ', ευωδιές κλπ ++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++ σελ. 44-46 Να κι ένα αξέχαστο, που πρωτοτραγούδησε η ορχήστρα του Στέλιου, με τον υψίφωνο Περικλή, στο περίπτερο της εξέδρας του μεγάλου κέντρου του Κανέλου. Η ΒΑΡΚΟΥΛΑ Κοίτα πως τ' αγεράκι με χάρη της βαρκούλας κυλά το πανί και το φώς που σκορπά το φεγγάρι μες στη θάλασσα τη γαλανή. Κάποτε ο σπιτονοικοκύρης, κρατώντας ένα μεγάλο χρωματιστό μεταξωτό μαντίλι, άφηνε το τραπέζι προσκαλώντας την καλή του να χορέψουν. Στο μεταξύ, έμπαιναν κι άλλοι στο χορό που έφτιαχναν ένα μεγάλο κύκλο αγκαλιασμένοι, με τα χέρια τους στους ώμους των διπλανών τους. Ετσι άρχιζε ο νοικοκύρης να τραγουδά χορεύοντας, με αργό ρυθμό, το πατροπαράδοτο : - Στης ακρίβειας τον καιρό επαντρεύτηκα κι εγώ. Κι όλοι επανελάμβαναν : - Στης ακρί, άιντε μπρέ, στης ακρίβειας τον καιρό, στης ακρίβειας τον καιρό επαντρεύτηκα κι εγώ. Και μου δώ, άιντ' αμάν αμάν, και μου δώσαν μια γυναίκα, Και μου δώσαν μια γυναίκα πού' τρωγε για πέντε δέκα. Στη συνέχεια παραπονιέται γιατί την πρώτη μέρα που την πήρε τού ' φαγε μια προβατίνα και τη δεύτερη βραδιά μια προβατίνα με τ' αρνιά, και την τρίτη τού ' κανε τη χάρη και του τρώει ένα μοσχάρι, και ότι είχε κι ένα βαρελάκι εκατό οκαδιών κρασάκι, που πήγε για να το μυρίσει και ξέχασε σταλιά ν' αφήσει. Τέλος, ότι δεν βάσταξε περισσότερο και την πιάνει μ' ένα ξύλο, μόλις του αράδιασε τις ξιώσεις της, και την φέρνει ένα γύρο τραγουδώντας : " Να γυναίκα μου, φουστάνι, γύρο γύρο με γαϊτάνι, να γυναίκα μου, καπέλο, γύρο γύρο με το βέλο" κλπ Μετά το χορό αυτό του σπιτονοικοκύρη, ο πιό ηλικιωμένος της συντροφιάς, με το μεγάλο μεταξωτό του μαντήλι, μπαίνει επικεφαλής του χορού και μόνος του τραγουδά με αργό στην αρχή ρυθμό : Στούτα τα σπίτια πού' ρθαμε πέτρα να μη ραγίσει κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χίλια χρόνια να ζήσει Το ίδιο επαναλαμβάνουν όλοι οι χορευτές. Συνεχίζει ο επικεφαλής με γοργό και όσο πάει με γοργότερο ρυθμό : Δόστε του, παιδιά, κι ας πάει, τούτη η γής θε να μας φάει , τούτη η γής που την πατούμι, ούλοι μέσα θε να μπούμι. ++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++ Σελ. 50 Αϊβαλί Μικράς Ασίας: Οι χοροί ήταν Καρσιλαμάς, Σμυρνιός και ο Βαρύς Ζεϊμπέκικος. Μουμτζής Τάσος Τραγούδια που τραγούδησα στα νιάτα μου ****************************************************************** Αυτά κι άλλα χαρούμενα τραγούδια άκουγε κανείς ν΄αντηχούν απ' όλα τα σπίτια τις μέρες των απόκρεω, που τραγουδούσε ένας κόσμος ξένοιαστος κι ευτυχισμένος. Πως έκλεισαν αυτά τα σπίτια ; Βουβάθηκαν, λες, για πάντα. ******************************************************************* ******************************************************************* Μουμτζή, Τάσου, " Τραγούδια που τραγούδησα στα νιάτα μου", Θεσσαλονίκη 1981, σελ.47 PAR 088 Moumtzis01GR.doc |