|
Κείμενο : Χοροί της Καπαδοκίας. |
Πηγή : /P065-03 , Ευρετήριο : O-C2A452DA |
Ιορδάνης Παπαδόπουλος Χοροί της Καπαδοκίας. Παπαδόπουλος, Ιορδάνης: "Χοροί της Καπαδοκίας", Παράδοση και Τέχνη 065, σελ. 6-13, Αθήνα, Δ.Ο.Λ.Τ., Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2002. Χοροί της Καπαδοκίας Η Καπαδοκία είναι εκτεταμένη χώρα της Μικράς Ασίας μεταξύ του Αλυος, του Ταύρου, του Ευφράτου και του Ευξείνου Πόντου. Είναι η υψηλοτέρα χώρα της Μ. Ασίας με υψόμετρο πολλαχού άνω των 2300 μέτρων. Το Κ. Μ. Σ. εντόπισε και μελέτησε 81 πόλεις και οικισμούς, από τους οποίους οι 32 ελληνόφωνοι και 49 τουρκόφωνοι (περίπου 50.000 ψυχές στην ανταλλαγή). Η Καππαδοκία διοικητικά ήταν μοιρασμένη σε τρεις νομούς: Η Καισάρεια στο νομό Αγκυρας, η Νίγδη στο νομό Ικονίου και το Ρούμ ναχιεσί (Κίσκα-Φέκε) στο νομό Αδάνων. Τα Φάρασα αποτελούνταν από το Βαρασό και τα έξι ομόγλωσσα χωριά (ελληνόφωνα) Ξουρτζάιδι, Αφσάρι, Κίσκα, Σαττής, Τσουχούρι, Καρσαντί (περίπου 1500 οικογένειες κατα την ανταλλαγή). Στη ίδια περιφέρεια υπάγοταν και τα τουρκόφωνα χριστιανικά χωριά Τατσί, Χοστσάς, Κουρούμτζα, Παχτσετζούκι, Πεσκαρτάς (περίπου 250 οικογένειες). Ο Βαρασός ήταν το κεφαλοχώρι από το οποίο αποικίστηκαν γύρω στο 1800 το Αγσάρι και το Καρσαντί, και λίγα χρόνια πιο ύστερα από το Αφσάρι σχηματίστηκαν η Κίσκα, το Τσουχούρι και ο Σαττής. H πλειάδα αυτών των ελληνόφωνων χωριών στα υψίπεδα του Αντίταυρου, στα 1800-2300 μέτρα, ανήκαν στο Ρούμ Ναχιεσί (Περιφέρεια Δήμου Ρωμιών). Το κάθε χωριό είχε το μεχτάρη του, εκλεγμένο πρόεδρο που υπάγονταν στον Μουτούρη. Το Μουτουρλούκι είχε έδρα την Κίσκα. Ο Βαρασός υπάγονταν στη μητρόπολη Καισαρείας. Οι Φαρασιώτες τον χορό τον έλεγαν "παίξιμο", πιθανόν μετάφραση από τα τουρκικά, όπου χορός και παιχνίδι αποδίδονται με την ίδια λέξη: ογιούν (oyun: χορός και παιγνίδι, oynamak: χορεύω και παίζω). Οι Ελληνες αντίστοιχα λένε πως "τα όργανα παίζουν", γνωστή η φράση "παίξτε βιολιτζήδες, βαράτε νταούλια". Οι γυναικείοι χοροί είναι πάντοτε αργόσυρτοι, με ελαφρά κλίση της κεφαλής σε ένδειξη σεβασμού και αιδημοσύνης. Με τα χέρια πότε απλωμένα και πότε μαζεμένα στη μέση στο ύψος του αφαλού. Στους χορούς κατά ζεύγη, άντρες ή γυναίκες χορεύουν πάντοτε σιωπηλοί. Τραγουδούν οι καθήμενοι, μόνοι τους ή με τη συνοδία μουσικών οργάνων. Οι χορευτές τραγουδούν στους ομαδικούς χορούς. Επειδή οι Φαρασιώτες γιόρταζαν ομαδικά με χριστιανούς από τουρκόφωνα χωριά αλλά και με φίλους από γειτονικά τουρκικά, τα περισσότερα κοινά τραγούδια, κυρίως του "εγλεντζέ" αλλά ακόμη και πολλά θρησκευτικού περιεχομένου, διασώθηκαν μόνο στην τουρκική παραλλαγή. Στους χορούς κατά ζεύγη (αντικρυστοί-καρσιλαμάδες) χορεύουν άντρες ή γυναίκες μεταξύ τους. Μόνο αντρόγυνα ή πολύ κοντινοί συγγενείς επιτρέπεται να χορέψουν αγόρι με κορίτσι. Στους ομαδικούς χορούς συνήθως "παίζουν" χωριστά άντρες και γυναίκες. Μια γυναίκα μπορούσε να "πιαστεί" στο χορό μόνο ανάμεσα σε πολύ κοντινούς συγγενείς. Οι χοροί τους οποίους παρουσιάζουμε, οι περισσότεροι ήσαν κοινοί καππαδοκικοί και της ευρύτερης κεντρικής Μ. Ασίας. Υπάρχουν όμως και τρεις χοροί στα Φάρασα της Καππαδοκίας: ο Χορός της αυγής , ο Αϊβασιλιάτικος και ο Σεητατα. Χοροί Καππαδοκίας Σουρουντίνα (συρτός). Μιστί (Νίγδης Καππαδοκίας. 554 οικογένειες ελληνόφωνες) Τσιφτ (ζευγαρωτό) Σίλη (10 χιλμ. από Ικόνιο, 1518 κατοικοι ελληνόφωνοι) Χοροί των Φαράσων Καππαδοκίας 3. Σ’ ευήτσας το παίξιμο (της Αυγούλας) Ο χορός "Της ευήτσας" είναι γαμήλιος. Η τελετή της στέψης γινόταν στην εκκλησία, συνήθως μετά τη θεία λειτουργία. Την ημέρα του γάμου, ενωρίς το χάραμα, οι φίλοι του γαμπρού ανέβαιναν στο δώμα του σπιτιού του και άρχιζαν το χορό "Της ευήτσας" με τραγούδι δίχως όργανα. Δυστυχώς το τραγούδι, καθώς και πολλά άλλα, διασώθηκε μόνο σε τούρκικη παραλλαγή. Το τραγούδι και ο χορός άρχιζε "με ραδίεσμα" σε χαμηλούς τόνους και αργόσυρτος, για "να ξυπνήσει ο γαμβρός μο το μακό" (με το μαλακό). Συνέχιζε πιο δυνατά κυκλικός στο "πέττεμα". Σε σπάνιες περιπτώσεις μετείχαν και κορίτσια, πάντοτε από το σόι του γαμμπρού. Διασώθηκαν στα τουρκικά αρκετοί στίχοι: Σου ντουνιατά ουτς γκιουζέλ ιμις Πιρ ογλάν, πιρ κελίν, πιρ τε κηζ Γκελίνινε ογλάν σενίν ολσούν Κηζ πανά καλσίν Τούτος ο ντουνιάς έχει τρεις γητιές Εν' αγόρι, μια γυναίκα, και μια κοπελιά Η γυναίκα και τ’ αγόρι χάρισμα Μόνο θέλω το κορίτσι (γι αγκαλιά) Μο τα γλέχα ή του γλεχού το παίξιμο (των μαντηλιών). Είναι αντικρυστός γυναικείος χορός. Οι χορεύτριες συνήθως κινούνται σέρνοντας τις μαντήλες ως το έδαφος, σε αντίθετη κατεύθυνση η μια με την άλλη, πότε με το δεξί πότε με το αριστερό χέρι. Οι χορεύτριες είναι σιωπηλές, παίζουν τα όργανα και τραγουδούν οι καθήμενοι. Οι μαντήλες ήσαν μεγάλες σαν τσεμπέρια, μεταξωτές και σκούρου χρώματος. Υπάρχουν πολλά τραγούδια στα τουρκικά και στα φαρασιώτικα: Ατε ο κόσμος σε κανείναν Τζούνεται μεφάς Γάπησα δεκαπέντε Τζαι τζούδρα φαϊτάς. Τούτος ο κόσμος σε κανένα Δεν κάνει προσφορά Δεκαπέντε αγάπησα μα δε βρήκα γιατριά Χητάτε να πάμε σον Εζ Βασίλη (Αϊβασιλιάτικος) Καθαρά θρησκευτικός χορός, προς τιμήν του Αγίου Βασιλείου. Την παραμονή της Πρωχρονιάς, μετά τον εσπερινό μαζεύονταν κατά ομάδες στην πλατεία του χωριού. Πριν ξεκινήσουν, ετοίμαζαν τα "τουφάγκα" (τουφέκια). τα ταπαντάδε (πιστόλια) και "τ’ Αϊ τηρμήτη το μασέρι" ή το μέγον μασέρι. Με το σούρουπο άρχιζε το τουφεκίδι. Γινόταν χαμός. Οι Τούρκοι από τα γύρω χωριά έλεγαν "κινέ Φαράσαλιλάρ κουτουρτού" (πάλι οι Βαρασιώτες λύσαξαν). Ξεκινούσαν αραδιαστά για το σπήλαιο του Εζ Βασίλη, στον όχτο του Ζαμάντη ποταμού, μια ώρα μακρυά από το χωριό. Ο ένας κρατιώταν από το ζωνάρι του προηγούμενου και του επόμενου. Ο πρώτος κρατούσε ένα ραβδί και επανέφερε στην τάξη αυτόν που τυχόν έχανε το ρυθμό. Τωνχορευτών προηγούντο παιδιά με τα δαδιά για να φέγκουν. Ο Λεβίδης γράφει: "εν δε τω μυχώ της φάραγγος κείται παρά τον ποταμόν το επήλαιον του Αγίου Βασιλείου. Εις ό συχνάζουσι (οι Βαρασιώται) και δια προσκύνησιν και διάχυσιν (διασκέδαση), άδοντες αρχαία ελληνικά δια τον Αγιον άσματα. Και ο Γ. Παχτίκος "το τραγούδι άδεται εν Φαράσοις της Καισαρείας κατά τας θρησκευτικάς πανηγύρεις. Χορός ιδιόρρυθμος μετά χαρακτηριστικών των χειρών και των λοιπών μελών του σώματος κινήσεων των χορευτών" (Δημώδη άσματα της μικράς Ασίας, Αθήναι 1905, σελ. 15-17). Το χορό του Εζ Βασίλη τον "έπαιζαν" μονο στο Βαρασό. Από τα άλλα φαρασιώτικα χωριά έρχονταν και μετείχαν στη γιορτή φιλοξενούμενοι σε συγγενείς και φίλους. Το τραγούδι άρχιζε: Χητάτε να υπάμε σον Εζ Βασίλη Να κρεμάσουμε τα κρέτε σο σίδι Εσσυρεν τζαι δώτζεν τζαι α γεσίλι Τε χτες την ευήτσα σον Εζ Βασίλη Τζάλτσεν τζούβρεν τζαι μασέρι ν’ τα φσάξει Έφσαξεν τα μο το κοδευτήρι. Τρέξετε να πάμε στον Αϊ Βασίλη Να κρεμάσουμε τα κρέατα στο σίδι (ιτιά) Τουφέκισε και κτύπισε μια χήνα Από τα χτές στον Αϊ Βασίλη Τράβηξε και δε βρήκε μαχαίρι να το σφάξει το έσφαξε με το κλαδευτήρι 6.Μο τα χαντζάρε (των σπαθιών) Στα Φάρασα είχαν ξωκκλήσια όπου μαζεύονταν από όλα τα χωριά και πανηγύριζαν. Δεν ήταν βάβαια "κάθε μέρα Πασχαλιά", είχαν όμως πολλές Πασχαλιές. "Να υπάμη σο παναϋρι σ’ Παναγιάς να πασκάσουμη". Ξεχώριζαν "Το μέγον ο Πάσκας" (η Ανάσταση), "Ντίπασκα" (αντίπασχα, του Θωμά), "το μιτσίκον ο Πάσκας" (το μικρό Πάσχα, τα Χριστούγεννα). "Του σταφυλού ο Πάσκας" ή "σ’ Παναγίας ο Πάσκας" (το Δεκαπενταύγουστο). Πάσκα έλεγαν επίσης την Πεντηκοστή και άλλες μεγάλες γιορτές. Συνήθως στα πανηγύρια καλούσαν φίλους και συγγενείς από άλλα γειτονικά χωριά. Με την ευκαιρία μεγάλης γιορτής, έλεγαν "νάρτητη να πασκάσουμε". Σ’ αυτές τις συνάξεις στα ξωκκλήσια, που συχνά ήταν ένα χάλασμα που μόλις διέκρινε κανείς ίχνη παλαιού ιερού ναού, κουβαλούσαν και "γουρπάνι", ένα σφάγιο για θυσία (αρνί ή κόκορα). Το κάθε χωριό έβγαζε από ένα παληκάρι και γίνονταν παλεστικοί αγώνες. Το ίδιο γινόταν και όταν ένας νέος έπαιρνε κορίτσι από άλλο χωριό. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις έβγαιναν και ζευγάρια παληκαριών να "μονομαχήσουν" με τα χατζάρια. Ενώ η πάλη γινόταν "λιθότικα" (αγών μέχρι πτώσεως, συνήθως ποιος θα βάλει τον άλλο πλάτη στο χώμα), η μονομαχία "μο τα χατζάρε" ήταν "του ψεματάτου", εικονική μεταξύ φίλων. Ο χορός των μαχαιριών έλεγαν πως ήταν ένα είδος άσκησης-προπόνησης των παληκαριών στην οπλασκία. Για να μην υποπτευτούν οι Τούρκοι πως ετοιμάζονται για πόλεμο, οι Φαρασιώτες συσχέτιζαν την ξιφασκία με το χορό. Διασώθηκαν δυο στίχοι από τραγούδι. Πνόνουμ’ μο τα δρα μας τα μασαίρα Τζ’ας ξυπναμη πάλι έχουμ’ τα σα σέρα Κοιμόμαστε με τα μεγάλα μας μαχαίρια Κι’ αν ξυπνούμε πάλι τάχουμε στα χέρια ........................ Το μακρύ σου το πουσκούλι Σην καρτία μου ένι κούλι Σα μου σείνεις το μασαίρι Σε θορώ τζαι η ψυσή μου σαίρει (του φεσιού σου) η μακρυά φούντα είναι στην καρδιά μου ρόδο καθώς σείεις το μαχαίρι σε θωρώ και η ψυχή μου χαίρει 7. Σεήτατα σεήτατα Είναι γυναικείος γαμήλιος χορός, αντικριστός. Χορεύονταν μόνο από ένα ζευγάρι, στο τέλος της γαμήλιας τελετής. Παίρνουν μέρος δύο παντρεμμένες (όχι χήρες) ηλικιωμένες γυναίκες, συνήθως από το περιβάλλον της νύφης. Είναι ένας πένθιμος αργός ρυθμός σαν αναφιλητό. Τραγουδούν δίχως όργανα συγγενείς και φίλες της νύφης σ’ έναν κύκλο, ενώ οι χορεύτρες κινούνται "μουγγές και θλιμμένες", αργά με μικρά συρτά βήματα αντικρυστά σαν να ασπάζονταν η μία την άλλη, αλλά από απόσταση δίχως να έρχονται σε επαφή. Από το τραγούδι διασώθηκε μια μόνο στροφή. Σεήτατα σεήτατα σο Μέγον το Ρουσί, να μην πεσώσετε, πνώσετε σου Χούνναρη το σπήλο Τρέξετε τρέξετε στο Μεγάλο το Βουνό, αν δεν προκάμετε, κοιμηθείτε στη σπηλιά του Χούναρη. Κατά μια εκδοχή είναι προτροπή στους νεόνυμφους να βιαστούν για να προφτάσουν να περάσουν στο Μεγάλο Βουνό (κοντά στο Βαρασό). Στο ενδιάμεσο ήταν ένα βάραθρο που χώριζε το Βαρασό από το Μεγάλο Βουνό και υπήρχε η δοξασία πως εκεί ήταν η πύλη του Αδη. Επειδή η επιγαμία ανάμεσα στα διάφορα χωριά των Φαράσων ήταν συνήθης και ο γαμπρός θα έπαιρνε τη νύφη στο δικό του χωριό, αυτός ο χορός αναπαρίστανε τον ασπασμό και αποχαιρετισμό της μάνας με τη νύφη. Κατά μια άλλη εκδοχή, ο χορός συσχετίζεται με την αρπαγή της Περσεφόνης από τον Πλούτωνα. Η Περσεφόνη (Περσέφασσα ή Φερσέφασσα) που απόκτησε ο Δίας με τη Δήμητρα λατρεύονταν με την επωνυμία "κόρη". Κατά τον αρχαίο μύθο, ο Πλούτων άρπαξε την κόρη και την έκαμεγυναίκα του και βασίλισσα στον Αδη. Η Δήμητρα όμως χολωμένη, προκάλεσε λιμό στους ανθρώπους. Οι Θεοί, για να την εξευμενήσουν, επέτρεψαν στην Περσεφόνη να παραμένει έξι μήνες πλησίον των επουράνιων θεών και έξι μήνες στον Αδη με τον Πλούτωνα. Σύμφωνα με αυτής την παράδοση των Φαρασιωτών, ο χορός "Σεήτατα Σεήτατα" αναπαριστά τον αποχωρισμό της Δήμητρας με την κόρη της, εξού και ο εικονικός ασπασμός των χορευτριών από απόσταση, γιατί υποτίθεται πως ανήκουν σε διαφορετικούς κόσμους ζώντων-νεκρών. Και στις δυο εκδοχές έχουμε αποχαιρετισμό μάνας με κόρη και το βάραθρο που συμβολίζει την πύλη του Αδη. 8. Μο τα χουλιέρα (των κουταλιών). Χορός ανδρικός (εθεωρείτο μεγάλη απρέπεια για τις γυναίκες να χορεύουν με τα κουτάλια). Στα Κόμανα της Καππαδοκίας, κοντά στα Φάρασα, υπήρχε ιερό αφιερωμένο στη θεά Μα, όπου κατα Στράβονα "ο του Ιερού κύριός έστι και των ιεροδούλων οι κατά την ημετέραν επιδημίαν (σημ. περί το 12 μ.Χ.) πλείους ήσαν εξακισχιλίων, άνδρες ομού γυναιξί πρόσκειται δε τω ιερώ και χώρα πολλή, καρπούται δ’ ο ιερεύς την πρόσοδον, και έστιν ούτος δεύτερος κατά τιμήν εν τη Καππαδοκία μετά τον Βασιλέα". (Στρ. Γεωγραφικά, βιβλ ΙΒ 2,3). Υπήρχε η παράδοση πως το χορό των κουταλιών τον "έπαιζαν κούρβες" (γυναίκες άχι καλής διαγωγής, εταίρες). Πιθανό να ήταν χορός των ιεροδούλων (ανδρών-γυναικών) του ιερού της Μα στα Κόμανα της Καππαδοκίας. Υπάρχουν αρκετά τραγούδια τούρκικα και φαρασιώτικα. Σον κόσμο πάνου είναι δύο: Τόινα είσαι συ, είσαι συ Εμπαζ μο τα σερόκα σου Α γλυτζί κρασί, κρασί Πάνω στον κόσμο είναι δύο Το ένα είσαι συ, είσαι συ Βάλε με τα χεράκια σου Ενα γλυκό κρασί, κρασί. ΙορδάνηςΠαπαδόπουλος ************************************** *************************************** PAR065 PapadopoulosIord01GR.doc |