|
Κείμενο : Κρητική μουσική παράδοση μερικά χρόνια πριν..... |
Πηγή : /P037-03 , Ευρετήριο : O-8B14FDD7 |
Γιώργος Λαγκαδινός Κρητική μουσική παράδοση μερικά χρόνια πριν..... Λαγκαδινός, Γιώργος: "Κρητική μουσική παράδοση μερικά χρόνια πριν.....", Παράδοση και Τέχνη 037, σελ. 5-7, Αθήνα, Δ.Ο.Λ.Τ., Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1998. (Από την περιοδική έκδοση του Δήμου Ανωγείων Ρεθύμνου "Ο Τυμπανάτορας", Αύγουστος 1997) Κρητική μουσική παράδοση μερικά χρόνια πριν..... Αν ρωτήσουμε σήμερα οποιονδήποτε, ιδιαίτερα εκτός Κρήτης, ποια είναι τα όργανα που παίζονται στην Κρήτη, θα μας απαντήσει με σιγουριά ότι είναι η λύρα και το λαγούτο. Οσο για τους χορούς θα μας μιλήσει για τον Χανιώτη, τον Πεντοζάλη και τον Μαλεβιζιώτη. Να δούμε όμως πώς ήταν τα πράγματα μερικές δεκαετίες πιο πίσω και να κάνουμε μια σύγκριση με τη σημερινή πραγματικότητα, να δούμε τι είχαμε και τι έχουμε, τι κερδίσαμε και τι χάσαμε. Συγκεντρώσαμε λοιπόν πληροφορίες απ' όλη την Κρήτη, από παλιούς μερακλήδες χορευτές, τραγουδιστές και φυσικά από παλιούς οργανοπαίχτες. Η πρώτη αίσθηση που αποκομίζει κάποιος συζητώντας με παλιούς γλεντιστάδες είναι ότι έχουν αλλάξει πολλά πράγματα στο χώρο της κρητικής μουσικής παράδοσης στο πέρασμα του χρόνου. Κι αλίμονο αν δεν είχαν αλλάξει μιας και στην παράδοση ευτυχώς τίποτα δε μένει στατικό. Τα όρια ωστόσο της εξέλιξης και της αλλοίωσης είναι σήμερα δυσδιάκριτα, μιας και οι συνθήκες αλλάζουν μ' έναν ραγδαίο και απάνθρωπο ρυθμό. Δύο βασικοί λόγοι μετάλλαξης της κρητικής παραδοσιακής μουσικής είναι ο επαγγελματισμός που χαρακτηρίζει τους μουσικούς της Κρήτης κυρίως μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο και η μείωση της αφομοιωτικής ικανότητας και κριτικής στάσης του κόσμου. Στη Δυτική Κρήτη, περιοχή όπου καλλιεργήθηκε το Χανιώτικο Σερτό, δεν είχαμε ποτέ κοντυλιές και σιγανό χορό, δεν είχαμε Μαλεβιζιώτη ούτε Ρεθεμνιώτικη Σούστα. Εδώ κυριαρχεί βεβαίως το Χανιώτικο Σερτό με τις πολλές μελωδίες, μα και το Χανιώτικο Πεντοζάλι. Χορεύεται επίσης η Χανιώτικη Σούστα ή Ρουματιανή Σούστα, από την ιδιαίτερη επίδοση στο χορό αυτό των κατοίκων του χωριού Παλιά Ρούματα. Συναντάται επίσης με τα ονόματα Διπλή Σούστα ή Σούστα. Είναι κυκλικός και αντικρυστός χορός που χορευόταν κυρίως στο δυτικό τμήμα του νομού Χανίων. Τα τελευταία χρόνια όλο και λιγότερο παίζεται και χορεύεται στα γλέντια. Αλλος χορός που χορευόταν ιδιαίτερα από τις γυναίκες ήταν το Καλαματιανό. Υπήρχε επίσης η Γλυκομηλίτσα, περιορισμένης τοπικής διάδοσης που κανείς πλέον δεν τη χορεύει μα και κανένας οργανοπαίχτης δεν την παίζει. Το ριζίτικο τραγούδι της στράτας και της τάβλας, που θεωρείται το παλαιότερο σωζόμενο τραγούδι της Μεσογείου, τραγουδιέται και σήμερα στα χωριά της ρίζας των Λευκών Ορέων, κυρίως χάρις στις προσπάθειες διαφόρων τοπικών συλλογών που προσπαθούν να το μεταδώσουν στους νεότερους. Στη Δυτική Κρήτη υπήρχε και υπάρχει ακόμα, σε μικρότερο βέβαια βαθμό, μια ιδιαιτερότητα στα όργανα. Η παραδοσιακή ζυγιά εδώ ήταν το βιολί και το λαγούτο. Η λύρα αρχίζει να εμφανίζεται από την επαρχία Αποκορώνου και πέρα, όπου και κυριαρχεί. Στα Χανιά υπήρχε και το μπουλγαρί με το οποίο εκφράστηκε, παίχτηκε το λεγόμενο αστικό τραγούδι, τα γνωστά ταμπαχανιώτικα τραγούδια που ελάχιστα όμως σώθηκαν. Να σημειώσουμε ότι το μπουλγαρί προϋπήρξε της εγκατάστασης των μικρασιατών προσφύγων στο νομό Χανίων. Θα πρέπει εδώ να κάνουμε ιδιαίτερη αναφορά στον τρόπο παιξίματος του λαγούτου, έναν τρόπο που μας επιτρέπει να μιλάμε για σχολή λαγούτου, που ανέδειξε μεγάλους πριμαδόρους λαγουτιέρηδες μιας και ο ρόλος του στην παραδοσιακή ζυγιά βιολί-λαγούτο δεν ήταν αυστηρά συνοδευτικός. Ετσι καλλιεργήθηκε ένα μπερντελίδικο παίξιμο, παίξιμο δηλαδή με πατήματα στους μπερντέδες-διαστήματα, που ανάδειξε όλο το μεγαλείο της μελωδικής αξίας του οργάνου. Τέλος, από τα πνευστά όργανα παίζεται το θιομπόλι φτιαγμένο από καλάμι, ή το παμπιόλι φτιαγμένο από κόκκαλο καναβού (σκάρας), κυρίως από βοσκούς. Η ασκομπαντούρα φαίνεται νά' ναι ανύπαρκτη στη Δυτική Κρήτη. Στο Ρέθυμνο μέχρι τη δεκαετία του 1930 κυριαρχεί το μπουλγαρί στην πόλη, το μαντολίνο, η μαντόλα και η λύρα στην ευρύτερη περιοχή. Στο τέλος της δεκαετίας του '30 πρωτοεμφανίζεται το λαγούτο που εκτοπίζει σιγά-σιγά το μπουλγαρί στην πόλη, το οποίο τελικά θα χαθεί στις επόμενες δεκαετίες. Κι ήταν φυσικό, μιας και το λαγούτο λόγω κατασκευής έχει δυνατότερο ήχο. Επίσης θα εκτοπίσει και το μαντολίνο και τη μαντόλα όπου υπήρχε η ζυγιά λύρα-μαντολίνο. Ετσι η μαντόλα θα χαθεί και το μαντολίνο θα ακολουθήσει μια μοναχική πορεία σαν όργανο της παρέας. Η κλασική ζυγιά μετά τη δεκαετία του '30 θα είναι πια λύρα-λαγούτο. Η παρουσία του βιολιού στο Ρέθυμνο ήταν από σπάνια έως ανύπαρκτη. Στα ορεινά και ημιορεινά οι βοσκοί παίζουν θαμπιόλι από καλάμι και ασκομπαντούρα, ένα όργανο που φαίνεται να κάνει έντονη την παρουσία του στ' Ανώγεια. Και οι χοροί φαίνεται να έχουν μια τοπική ιδιαιτερότητα στην ευρύτερη περιοχή. Και λέμε γενικά ευρύτερη περιοχή γιατί πολλές φορές τα πολιτιστικά "σύνορα" είναι όχι μόνο πιο δυσδιάκριτα από τα διοικητικά μα και τελείως διαφορετικά. Το Χανιώτικο Σερτό στην περιοχή του Ρεθύμνου αρχίζει να γίνεται γνωστό τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας. Τότε αρχίζουν να παίζονται ελάχιστα Χανιώτικα Σερτά με πιο αγαπητά το λεγόμενο Πρώτο Σερτό και τον Καραγκιουλέ. Οι χοροί που κυριαρχούν εδώ πριν τη μεγάλη διάδοση του Χανιώτικου Σερτού είναι τα Πεντοζάλια, ο σιγανός δηλαδή χορός που χορεύεται διαφορετικά από την υπόλοιπη Κρήτη, η Ρεθεμνιώτικη Σούστα - που παλιά χορευόταν κυρίως κυκλικά - και ο πηδηχτός Πεντοζάλης που λεγόταν απλά Πηδηχτός μιας και εδώ δεν υπήρχε ο Μαλεβιζιώτης. Ο Τριζάλης, ο Κουτσαμπαδιανός, ο Τσινιάρης, ο Λαζιώτικος και ο Πανωμερίτης ήταν χοροί τοπικής εμβέλειας και χορευόταν ιδιαίτερα στις επαρχίες Αμαρίου και Αγίου Βασιλείου. Θα πρέπει επίσης να αναφέρουμε τον Ανωγειανό Πηγηχτό που παλιότερα τον έλεγαν Ανωγειανό Ορτσες. Καθαρά τοπικός χορός που χορεύεται ακόμη με κάποιες παραλλαγές, χαρακτηριστικός της ορεινής ιδιοσυγκρασίας των κατοίκων της περιοχής Ανωγείων. Η Κεντρική Κρήτη δέχτηκε επιρροές και από τη δυτική μα και την ανατολική πλευρά του νησιού. Εδώ, όπως και στο Ρέθεμνος, το Χανιώτικο Σερτό γίνεται γνωστό στις αρχές του αιώνα. Κυρίαρχος χορός εδώ ο Μαλεβιζιώτικος Πηγηχτός με πολλές επιρροές από το Στειακό Πηδηχτό. Αλλοι χοροί η Ρεθεμνιώτικη Σούστα και ο Σιγανός χορός, που σε πολλές περιοχές το έλεγαν Πρινιανό, δεν είχε καμιά σχέση με τον Πρινιανό Πηδηχτό του Λασηθίου. Στην ευρύτερη περιοχή της Κεντρικής Κρήτης εμφανίστηκαν διάφοροι χοροί μικρής τοπικής εμβέλειας όπως για παράδειγμα ο Αρκουδίστικος χορός, γνωστός παλαιότερα κυρίως στη Γέργερη, ο Αράπικος χορός, γνωστός στη Μεσσαρά ή ο Εθιανός Πηδηχτός, παραλλαγή Πηδηχτού που παίρνει την ονομασία του απ' το χωριό Εθιά. Επίσης υπήρξε μεγάλη καλλιέργεια στις κοντυλιές, που πολλές φορές ονοματίζονταν από το όνομα της περιοχής από την οποία προερχόταν, όπως για παράδειγμα Μονοφατσιώτικες, Μεσσαρίτικες κλπ. Θα πρέπει να αναφέρουμε πως στην Κρήτη, και ιδιαίτερα στην περιοχή της Μεσσαράς, εμφανίζεται, ίσως το μεσοπόλεμο, η βιολόλυρα, μια λύρα σε σχήμα βιολιού που την παίζουν ελάχιστα πια οργανοπαίχτες. Η συνοδεία της λύρας και της βιολόλυρας, πριν την εμφάνιση του λαγούτου ήταν το μαντολίνο και η μαντόλα. Η παρουσία του βιολιού στην επαρχία είναι περιορισμένη ενώ κυριαρχεί στην ευρύτερη περιοχή του Ηρακλείου όπου εκτοπίζεται σιγά-σιγά μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο από τη λύρα. Μεγάλη διάδοση γνωρίζουν τα πνευστά μουσικά όργανα στα ορεινά χωριά της νότιας πλευράς του Ψηλορείτη όπου παίζονται ακόμη και σήμερα. Στην Ανατολική Κρήτη τα μουσικά πράγματα φαίνονται τόσο διαφορετικά που θα νόμιζε κανείς πως μιλάμε για άλλο τόπο. Η Αν. Κρήτη καλλιέργησε ένα δικό της τοπικό ιδίωμα, μια πλούσια μουσικοχορευτική πραγματικότητα που ακόμα και σήμερα είναι διακριτή. Σ' αυτήν την περιοχή κυριαρχεί ο Πηδηχτός χορός, του οποίου υπάρχουν διάφορες μικρές παραλλαγές. Γνωστότερος σαν Στιακός Πηδηχτός, οι Στιακοί τον ονομάζουν Κρητικό Πηδηχτό. Ενας πανέμορφος μα και πανάρχαιος χορός, μιας και αναφορές γι' αυτόν χάνονται στους αιώνες. Αλλος πηδηχτός χορός είναι ο Πρινιανός, με διάδοση στην επαρχία Μεραμβέλου και στο οροπέδιο Λασιθίου με μικρές διαφορές. Επίσης υπήρχε ο Αγκαλιστός χορός, διάφορες Ορτσες, ο Ζερβόδεξος, το Μικρό Μικράκι και το Πιπέρι. Είναι αξιοθαύμαστα τα γυρίσματα που υπήρχαν και υπάρχουν στον Πηδηχτό και στις κοντυλιές. Κοντυλιές για κάθε περίσταση, για τη νύχτα, για την πορεία, για την καντάδα. Οσον αφορά τα όργανα, η λύρα κυριαρχούσε μέχρι τις αρχές του αιώνα, οπότε εμφανίζεται και το βιολί. Ετσι υπήρχαν και υπάρχουν περιοχές όπου τα δυο όργανα συνυπάρχουν, σ' άλλες πάλι κυριαρχούσε το βιολί και σ' άλλες η λύρα. Το λαγούτο ποτέ δεν έφτασε στην Ανατολική Κρήτη. Η συνοδεία του βιολιού γινόταν κύρια με κιθάρα ή μαντολίνο και της λύρας με νταούλι. Κι είναι η μοναδική περιοχή στην Κρήτη που παίζεται ακόμη το πανάρχαιο αυτό όργανο. Η ηλικία όμως των λαϊκών οργανοπαιχτών που παίζουν νταούλι είναι απογοητευτική για το μέλλον του. Χρειάζεται να κάνουμε μια ειδική αναφορά στα πνευστά όργανα, μια και η συμβολή τους στη διαμόρφωση και εξέλιξη της κρητικής μουσικής είναι σημαντική. Παρόλο που κάποτε παίζονταν σε όλη την Κρήτη, σήμερα έχουν περιοριστεί στην Ανατολική Κρήτη, στα χωριά νότια του Ψηλορείτη και σποραδικά και σπάνια στο Ρέθυμνος και τα Χανιά. Και γι' αυτά τα όργανα η ηλικία των ανθρώπων που τα παίζουν δεν είναι καθόλου ενθαρρυντική. Ετσι πανάρχαια όργανα όπως η ασκομπαντούρα, το σφυροχάμπιολο, το χαμπιόλι, που επιβίωσαν μέσα στους αιώνες, σήμερα κινδυνεύουν να χαθούν. Το μπουλγαρί δεν υπάρχει πια στην κρητική μουσική. Τα πνευστά όργανα και το νταούλι τελειώνουν στα χέρια κουρασμένων γλεντιστάδων. Οι μουσικές ιδιαιτερότητες διαφόρων περιοχών συρρικνώνονται και διάφοροι τοπικοί χοροί δεν χορεύονται πια. Αρχίζει να εμφανίζεται και το μπουζούκι δίπλα στη λύρα για να πλουτίσει, λέει, την κρητική μουσική με λαϊκή μουσική. Λες και η κρητική μουσική είναι φτωχή και μονότονη. Μεταβάλλεται ακόμα και η κατασκευή των οργάνων, προσαρμόζεται στις νέες δεξιοτεχνίες, τις ακροβατικές - πιο σωστά - απαιτήσεις των νέων μουσικών. Και το σπουδαιότερο, αλλοιώνεται η σχέση των μουσικών με τους χορευτές και γενικότερα η σχέση των ανθρώπων με το γλέντι, με την παρέα, με τη μουσική και το χορό. Η επιδειξιομανία κυριαρχεί στο ήθος και την αρχοντιά του μερακλή, η δεξιοτεχνική δεινότητα του μουσικού καταστρέφει τον ψυχισμό και την ουσία ενός σκοπού. Η ρυθμική ομοιομορφία καταστρέφει τη λειτουργικότητα της μουσικής και συρρικνώνει την πολυμορφία της. Μια μουσική παίζεται πια σε ολόκληρο το νησί. Κι αυτοί που επιμένουν νά' ναι ο εαυτός τους, οι λίγοι πια ερασιτέχνες λαϊκοί μουσικοί διαφόρων περιοχών που κρατούν το τοπικό μουσικό τους ιδίωμα, οι ριζίτες τραγουδιστές που διαιωνίζουν βιώνοντας την τελετουργία της τάβλας, οι παλιοί και νέοι μερακλήδες χορευτές, είναι καταδικασμένοι σε ένα αφόρητο απομονωτισμό και μια γραφικότητα. Φορείς της κρητικής μουσικής παράδοσης σήμερα είναι οι επαγγελματίες λαϊκοί μουσικοί, οι παλιοί και νέοι μερακλήδες χορευτές, που καλούνται όχι μόνο να σηκώσουν το βάρος του χθες μα και να χαράξουν ένα δημιουργικό μέλλον. Και σίγουρα αυτό δεν θα γίνει εμπορευματοποιώντας τα βιώματα και τις ευαισθησίες των απλών ανθρώπων, ούτε βαφτίζοντας αυθαίρετα τα διάφορα μουσικά κομμάτια για δικές τους συνθέσεις. Το μέλλον αυτής της μουσικής θα εξαρτηθεί σε ένα μεγάλο βαθμό από το κατά πόσο οι νέοι λαϊκοί οργανοπαίχτες θα αφουγκραστούν με προσοχή και σεβασμό τους παλιούς λαϊκούς οργανοπαίχτες, θα μεταλάβουν την εμπειρική τους γνώση, θα κατακτήσουν τη λαϊκή τους σοφία, θα σεβαστούν τα μουσικά τοπικά ιδιώματα. Τότε και μόνο τότε, οπλισμένοι με μια πανάρχαια μα και σύγχρονη μουσική γνώση, θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τους τρομοκράτες των αισθήσεων που ήδη αλώνουν τον πολιτισμικό μας χώρο. Γιώργος Λαγκαδινός (Από την περιοδική έκδοση του Δήμου Ανωγείων Ρεθύμνου "Ο Τυμπανάτορας", Αύγουστος 1997) ************************************************ ************************************************************* [εικόνες Κρήτης] PAR037 LagadinosG01GR.doc |