|
Κείμενο : Βιβλιογραφία: Cowan, Jane: Dance and the body politic in Northern Greece. |
Πηγή : /P016-06 , Ευρετήριο : O-510252B8 |
FrederickNaerebout (Μτφ Αν. Αναστασοπούλου) Βιβλιογραφία: Cowan, Jane: Dance and the body politic in Northern Greece. Naerebout, Frederick (Μτφ Αναστασοπούλου, Αν. ): "Βιβλιογραφία: Cowan, Jane: DanceandthebodypoliticinNorthernGreece", Παράδοση και Τέχνη 016, σελ. 12-15, Αθήνα, Δ.Ο.Λ.Τ., Ιούλιος-Αύγουστος 1994. Βιβλιογραφία Cowan, Jane: Dance and the body politic in Northern Greece. Princeton: University Press, 1990. To βιβλίο αυτό της Cowan έχει εκδοθεί σε ένα τόμο από τη σειρά των συγχρόνων ελληνικών μελετών του Παν/μίου του Princeton. Αυτό μας προδηλώνει ότι δεν πρέπει να περιμένουμε μία χορογραφική ανάλυση των χορών της Βορείου Ελλάδας. Αυτή η μελέτη δεν έχει να κάνει με την μορφολογία, τα σχήματα ή τις δομές, και συνεπώς με ερωτήματα που αφορούν την σχέση φόρμας-λειτουργίας (βλ. π.χ σελ. 18). Αυτό δεν σημαίνει ότι ο ελληνικός χορός ως μορφοποιημένη κίνηση είναι ασήμαντος σε αυτό το βιβλίο: είναι αρκετά σημαντικός, αρχικά σαν πηγή έμπνευσης, επειδή η συγγραφέας χορεύει η ίδια η αλλά επίσης και σαν ένα είδος σιωπηλής δύναμης συνεχώς παρούσας στη δομή του. Αλλά δεν πρόκειται κανείς να μάθει πώς χορεύεται ο Καλαματιανός από αυτό το βιβλίο: δεν είναι ένα "βιβλίο χορού", αλλά μία ανθρωπολογική μελέτη πουέχει σαν κέντρο το χορό. Αν λάβει κανείς υπόψη του το γεγονός ότι σχεδόν το ένα τρίτο του βιβλίου (σελ. 28-88) δεν είναι αφιερωμένο στο χορό, αλλά σε μία σκιαγράφηση του κοινωνικο-οικονομικού χαρακτήρα μιας συγκεκριμένης ελληνικής κοινότητας, πρέπει να σκεφτεί προσεκτικά αν η έλλειψη μιας τέτοιας δομής δεν είναι αυτό που υποβαθμίζει πολλά βιβλία πάνω στο χορό. Ο χορός δεν είναι ένα ανεξάρτητο φαινόμενο, όσο κι αν παρουσιάζεται συχνά σαν τέτοιο. Πρέπει να σημειωθεί ότι παρόλο που βιβλία τέτοιου τύπου πάνω στον ελληνικό χορό είναι αρκετά σπάνια (μπορεί κανείς να επισημάνει το βιβλίο του LoringDanforth της ίδιας σειράς, "Firewalkingandreligioushealing", Princeton 1989, που η έρευνα του είναι σε πολύ πιο περιορισμένο πεδίο, ή την εργασία τής Ρένας Λουτζάκη, μαθήτριας του JohnBlacking, με απόψεις ακόμα περισσότερο παραδοσιακού χαρακτήρα), το βιβλίο της Cowan είναι δικαίως μοναδικό ως ανθρωπολογική μελέτη γενικά, διότι οι μελέτες που αναφέρονται σε μικρές ελληνικές πόλεις είναι σπάνιες, καθώς το ενδιαφέρον για έρευνα συνήθως επικεντρώνεται σε μέρη της Αθήνας και κυρίως στην επαρχία. Η συγγραφέας παρουσιάζει τη μελέτη της ως ένα παράδειγμα "πρακτικής ανθρωπολογίας", μια αντίληψη δανεισμένη από ένα σημαντικό άρθρο της Sherry! Β. Ortner: "Η θεωρία της Ανθρωπολογίας από τη δεκαετία του '60 ("TheoryinanthropologysincetheIsixties'), στο περιοδικό "Συγκριτικές Μελέτες της Κοινωνίας και Ιστορίας" ("ComparativeStudiesinISocietyandHistory) No 26 (1984) 126-166. Παραθέτω από το άρθρο αυτό τον χαρακτηρισμό της Ortner για τους "πρακτικούς θεωρητικούς" όπως ονομάζει τους επικεφαλείς ανθρωπολόγους της δεκαετίας του 1980: "...συμφωνούν στην άποψη ότι το 'σύστημα' ... όντως ...έχει πολύ δυνατή, ακόμα και 'καθοριστική' επίδραση στην ανθρώπινη δράση και στη ροή των γεγονότων. Το ενδιαφέρον τους στην μελέτη της δράσης και αλληλεπίδρασης ... εκφράζει ... μία άμεση ανάγκη να κατανοήσουμε από που προέρχεται το 'σύστημα', πώς παράγεται και αναπαράγεται" (σελ. 146). Η Ortner επίσης επισημαίνει τις μαρξιστικές επιρροές εισάγοντας μία έμφαση που βασίζεται στην αλληλεπίδραση των ασύμμετρων σχέσεων. Ολα αυτά είναι πλήρως ορατά στο έργο τής Cowan. Εν τούτοις, περιλαμβάνει και άλλες απόψεις: το θεωρητικό πλαίσιο της μελέτης της είναι εκλεκτικό. Ανάμεσα σε αυτούς που αναφέρονται σαν πηγές και παραδείγματα της βρίσκουμε ανθρωπολόγους του χορού όπως την AnyaPetersonRoyce, και εθνομουσικολόγους όπως τον AllanP. Merriam. Το κεντρικό θέμα του βιβλίου τής Cowan είναι η σύνθετη εμπλοκή δύναμης και ευχαρίστησης στα δύο φύλα και τις σεξουαλικές σχέσεις, η κοινωνική μορφή του ανθρώπινου σώματος, οι αμφίβολες έννοιες της κοινωνικής εμπειρίας (χι). Αυτά μπορούμε να πούμε ότι είναι σύγχρονα, για να μη πούμε θέματα της μόδας: έννοιες όπως "φύλο", "σώμα" και "ασαφής έννοια" είναι χαρακτηριστικές που δείχνουν ότι μελετάμε το έργο μιας σύγχρονης λόγιας. Μελέτες που αφορούν τα δύο φύλα (π.χ. το σεξ ως ένα κοινωνικό δημιούργημα: ο ανδρισμός και η θηλυκότητα όπως προσδιορίζονται κοινωνικά) είναι γόνιμες, παρόλο που πολλές από αυτές είναι "μελέτες γυναικών". Ευτυχώς το όραμα της Cowan είναι πολύ ευρύτερο, ακολουθώντας τα χνάρια του ανθρωπολόγου MichaelHerzfeld. Μελέτες του σώματος, (π.χ. έρευνα στην συνείδηση του ανθρώπου για το ίδιο του το σώμα, και το ερώτημα πώς οι άλλοι αντιλαμβάνονται το σώμα κάποιου) είναι επίσης δημοφιλείς (για μια αντιπροσωπευτική επιλογή άρθρων και μιας εκτεταμένης βιβλιογραφίας, μπορεί κανείς να ανατρέξει στη MichelFeher, τη RamonaNaddaff και τη NadiaTazi (στους τρεις τελευταίους τόμους 3, 4, 5, του έργου "Fragmentsforahistoryofthehumanbody, Νέα Υόρκη 1989). Η Cowan φαίνεται λιγότερο εξοικειωμένη σ' αυτό το πεδίο των μελετών. Γενικά πρέπει να ειπωθεί ότι η Cowan υπερβαίνει το απλά μοντέρνο, και είναι ικανή να προσφέρει στον αναγνώστη τη καλύτερη σύγχρονη λόγια μελέτη. Η Cowan επιλέγει μία συγκεκριμένη κατάσταση για να διερευνήσει το θέμα από άποψη φυλετικών σχέσεων (και μερικά δευτερεύοντα θέματα, που αφορούν άλλες κοινωνικές ιεραρχίες) σε βάθος και τα ονομάζει "γεγονότα χορού". Αυτά τα "γεγονότα χορού" τα περιγράφει ως "εξαιρετικά περιοριστικά" ή "πλαισιωμένα" (σύμφωνα με τους όρους του Bateson και άλλων, βλέπε σελ. 18-9): τα γεγονότα χορού είναι ανεξάρτητα και συγχρόνως μέρος και κομμάτι της ζωής της κοινότητας. Συνεπώς ένα "γεγονός χορού" είναι ένα καυτό θέμα, "όπου ο χώρος και ο χρόνος που λαμβάνει χώρα το κοινωνικό γεγονός που ο ερευνητής θέλει να αναλύσει, έρχονται στο προσκήνιο". Τα γεγονότα χορού είναι αυστηρά δομημένα, περίπλοκες καταστάσεις και συγχρόνως ασταθή καθώς είναι συγκεντρώσεις της κοινότητας όπου το γόητρο, η φήμη και η σεξουαλικότητα είναι υπό συζήτηση, όλα αλληλοσυνδεδεμένα, όλα με ένα ισχυρό σωματικό στοιχείο. Διαφορετικές ομάδες ενώνονται και δέχονται, χειρίζονται, χρησιμοποιούν ή εναντιώνονται σε αυτό που η Cowan αποκαλεί "ηγεμονικές ιδέες", τους κυρίαρχους τρόπους σκέψης και συμπεριφοράς μιας συγκεκριμένης κοινότητας. Η Cowan βλέπει το σώμα ως ένα "σημάδι χορού" που μπορεί να "διαβαστεί", με την έννοια που ο ανθρωπολόγος CliffordGeertz μιλάει για διάβασμα ενός "κειμένου πάνω στον πολιτισμό" (σελ. 89-91). Εδώ απαντάει σε ένα από τα βασικά ερωτήματα όλων των ερευνητών χορού αυτού του τύπου (και άλλων μελετών της μη ομιλούσας συμπεριφοράς): "πώς κάποιος πιάνει το νόημα της μη ομιλούσας έκφρασης δηλ. της σωματικής"; (σελ 25). Το ότι δεν αγνοεί αυτό το πρόβλημα είναι πολύ θετικό για την Cowan. Αποφασίζει να ερμηνεύσει το υλικό της μέσα από τη δική της εμπειρία στη κοινότητα, και να λάβει σοβαρά υπόψη τις ερμηνείες που της προσέφεραν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές. Παρ’ όλες τις παγίδες φαίνεται να μην υπάρχει άλλος ανοιχτός δρόμος για εκείνους, όπως η Cowan, που αρνούνται μία δομική προσέγγιση και αναζητά τις λύσεις της σε ένα μοντέλο που είναι ανεξάρτητο του περιεχομένου και του ατόμου. Επισημαίνει, με πολύ σύγχρονο τρόπο, αλλά και πολύ εύστοχα, ότι "η έννοια" είναι σχετική με το πρόσωπο από το οποίο ή για τον οποίο αυτή "η έννοια" είναι διαμορφωμένη, και αυτό επίσης είναι ένα πλεονέκτημα για τις ερμηνείες που προσφέρονται από την ερευνήτρια. Η εικόνα τής Cowan για τον ελληνικό χορό έχει σαν πεδίο αναφοράς τον Σοχό, ένα χωριό στα βορειοανατολικά της Θεσσαλονίκης. Συγκέντρωσε το ενδιαφέρον της κυρίως στους γάμους, στα χορευτικά δείπνα και γλέντια του ατόμου στο σπίτι. Δεν πρόκειται για το Καρναβάλι στο οποίο είναι ντυμένοι οι χορευτές και για το οποίο είναι γνωστός ο Σοχός. Κινείται μακριά από κάθε τι κατεστημένο, μακριά από την επιφάνεια, στο χορό όπως βιώνεται, όπου οι κοινωνικές δυναμικές εκφράζονται μέσα στο χορό και κατευθύνονται από αυτόν. Η μελέτη τής Cowan είναι ένα πολύ ισχυρό αντίδοτο ενάντια στις μονοδιάστατες εικόνες του ελληνικού χορού παρμένες κατά την διάρκεια διακοπών ή από ένα τοπικό ελληνικό εστιατόριο, τον εύθυμο χορό Ζορμπά και τους συγγενικούς του χορούς. Η, πιο σοβαρά, αλλά που δεν ξεφεύγει από τη μονοδιάστατη αντίληψη, όταν η λαϊκή παράδοση παρουσιάζεται σαν μία παράσταση, απευθυνόμενη σ' ένα παθητικό κοινό, και είναι μόνο θεατρική. Σε τελική ανάλυση πολλοί από τους λαϊκούς χορούς που παρουσιάζονται σ' ένα κοινό στη σύγχρονη Ελλάδα και στην ελληνική διασπορά είναι ένα προϊόν των απόψεων του δέκατου ένατου και εικοστού αιώνα. Ο ζωντανός χορός στην σημερινή Ελλάδα είναι μια υπόθεση πολύ πιο περίπλοκη. Οπως συμβαίνει σε πολλές περιοχές και περιόδους: "σε μια κοινωνία όπου οι περισσότεροι άνθρωποι χορεύουν, ο χορός είναι κάτι περισσότερο από το να γνωρίζεις τα βήματα: αφορά και την κοινωνική μόρφωση και την κοινωνική δύναμη" (p,xii). Πρώτα ο γάμος. Στον Σοχό ο γάμος είναι ένα κοινωνικό θέαμα, όπου ο χορός παίζει τον κεντρικό ρόλο. Η "πατινάδα" είναι μία παρέλαση στην οποία συγγενείς και φίλοι του γαμπρού χορεύουν προς και από το σπίτι της νύφης. Παρόλο που οι γυναίκες συμμετέχουν, η πατινάδα είναι στο σύνολο μία ανδρική υπόθεση, με πολύ ποτό και επιθετική συμπεριφορά (όλα κοινωνικά αποδεκτά). Ενα μουσικό συγκρότημα τα "νταούλια", που παίζουν γύφτοι που έρχονται από τα Μακεδονικά χωριά (η Cowan δίνει επίσης σημασία στο ενδιαφέρον γεγονός, ότι οι μουσικοί δεν είναι ποτέ από την ίδια κοινότητα), παίζει χορευτική μουσική, και χορεύοντας καθ' οδόν και στην πλατεία στο κέντρο της πόλης, οι άνδρες εκδηλώνουν το "κέφι" τους, και το "πλούτο" τους (οι μουσικοί πληρώνονται κατά την διάρκεια της πατινάδας, σε αναγνώριση της προσφοράς τους). Εδώ το ανταγωνιστικό στοιχείο του χορού έρχεται στο προσκήνιο: το κέφι του κάθε συμμετέχοντος φθάνει στο κατακόρυφο, ο καθένας θέλει να ακούσει το "δικό του" συγκεκριμένο τραγούδι, ο καθένας θέλει να γίνει πρωτοχορευτής. Συνολικά και ατομικά στοιχεία έρχονται σε διαμάχη (η συλλογικότητα σ' αυτή την περίπτωση επικρατεί τελικά). Οι γυναίκες που συμμετέχουν στην πατινάδα δεν συμπεριφέρονται εχθρικά και δεν έχουν ανταγωνιστική συμπεριφορά: δεν κάνουν "παραγγελιά" (απαίτηση ενός συγκεκριμένου κομματιού από τα νταούλια), ούτε ξοδεύουν δημόσια χρήματα: χορεύουν, αλλά με ελεγχόμενες κινήσεις. Οι ανδρικοί και γυναικείοι ρόλοι είναι σαφώς διαχωρισμένοι: αυτή είναι η συνηθισμένη κατάσταση των πραγμάτων αλλά κατά την διάρκεια μιας γαμήλιας γιορτής η διαφώτιση αυτής της διαφοράς προφανώς παίρνει ιδιαίτερη σημασία. Το πρότυπο της γυναικείας παθητικότητας (για παράδειγμα η αγνότητα και η ολιγολογία της, ακόμα κι αν είναι απλώς συμβολικά) εκφράζονται πιο καθαρά με το χορό της νύφης: δεν καλείται να χορέψει, αλλά "να χορευτεί". Αυτό συμβαίνει μετά την άφιξη της πατινάδας, το Σάββατο (που παραδίδεται το νυφικό) και τη Κυριακή (στη συλλογή των προικιών), και μετά τη γαμήλια τελετή, όταν έχει χορό στη πλατεία της εκκλησίας. Στη συνέχεια η Cowan αναφέρεται στις "χορεσπερίδες, τα "soines". Σε αντίθεση με τους γαμήλιους εορτασμούς, που θεωρούνται ελληνικοί (στην πραγματικότητα είναι ένα μίγμα ελληνικών, σλαβικών και τούρκικων στοιχείων), οι χορεσπερίδες θεωρούνται "ευρωπαϊκοί". Οι συμμετέχοντες έχουν λαϊκές αντιλήψεις σχετικά με το τι είναι "δικό" τους και τι "ξένο", τι είναι "παραδοσιακό" και τι "μοντέρνο". Στην χορεσπερίδαοιάνθρωποικάθονταικατάομάδες συγγενών, αλλά κατά ομάδες ηλικίας ή κοινωνικές τάξεις, πολιτική ταυτότητα ή ορισμένα κοινά ενδιαφέροντα. Κάθε σύλλογος, όμιλος, κ.λ.π. οργάνων μία φορά το χρόνο μία χορεσπερίδα για τα μέλη του και όσους άλλους επιθυμούν να πάνε: μια βραδυά με φαγητό, ποτό, κουβέντα και χορό, για να δυναμώσουν την ενότητα της ομάδας, να κάνουν κέφι τα άτομα, και να αποφύγουν ή να ελέγξουν τις διαμάχες. Αλλά εδώ και οι άντρες συναγωνίζονται για να εκφράσουν ή να εδραιώσουν το γόητρο τους στη δική τους ομάδα και γενικά στη κοινότητα. Τη βραδιά του χορού η ιεραρχία (ανα)δημιουργείται. Η συμπεριφορά υπόκειται, εν τούτοις, σε ορισμένους κανόνες. Οι άνδρες ειδικά οι νέοι, οι ανύπαντροι, θέλουν να παραβιάσουν ακόμα και αυτούς τους κανόνες και καθώς προχωράει το βράδυ σχεδόν το καταφέρνουν. Πιέζουν τους μουσικούς να παίξουν Ζεϊμπέκικο, που είναι ένας χορός σόλο. Το στοιχείο του σόλου είναι από μόνο του ένα πρόβλημα: όταν ένα άτομο μονοπωλεί την πίστα, οι υπόλοιποι δε μπορούν να χορέψουν. Αλλά επίσης το Ζεϊμπέκικο είναι ο χορός του μάγκα, του "σκληρού": είναι συνειδητά αντικοινωνικό, όπως οι ομάδες με τη ρεμπέτικη μουσική όπως υπήρχαν πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, το ρεμπέτικο του υπόκοσμου, των μικρών εγκληματιών και του χασίς. Πάλι το συλλογικό και το ατομικό έρχονται σε διαμάχη (σε αυτή την περίπτωση δεν είναι ασυνήθιστο για το άτομο να έχει το πάνω χέρι). Τελευταίο είναι αυτό που καλείται "κάνω τραπέζι". Αυτό αφορά την πρόσκληση ομοφρόνων ανθρώπων να μαζευτούν για κάποια περίπτωση, να πάρουν μέρος σε γιορτή οργανωμένη σε σπίτι ενός ατόμου. Και εδώ ο χορός είναι ένα ουσιαστικό στοιχείο για να δυναμώσει την αλληλεγγύη, και για να καθορίσει τα όρια της ομάδας. Η Cowan μάς παρουσιάζει μία, λεπτομερή αναφορά μιας τέτοιας ειδικής βραδυάς, μία περίπτωση για μελέτη μιας συγκέντρωσης που τελειώνει με καυγάδες και στεναχώρια. Γιατί; Δεν υπάρχει απλή απάντηση σε αυτήν την ερώτηση: εξαρτάται από την άποψη του καθενός. Οι συμμετέχοντες κατηγορούν την αρκετά προκλητική επίδειξη του Τσιφτετελιού, του χορού της κοιλιάς, που εκτελείται από μία γυναίκα. Εδώ είναι μία καλή ευκαιρία για έρευνα του σεξουαλικού στοιχείου του χορού, και η Cowan δείχνει πόσα προβλήματα των γυναικών σε μια κοινότητα σχετίζονται με το χορό, που πρέπει, και που όντως θέλουν να συμμετάσχουν, αλλά για τις οποίες τα όρια μεταξύ της πολλής και της λίγης επιφυλακτικότητας στον Σοχό είναι πολύ λεπτά. Στην μελέτη της γι' αυτά τα τρία "γεγονότα χορού", τις γαμήλιες γιορτές, τη χορεσπερίδα και τις ιδιωτικές συγκεντρώσεις, η Cowan καταφέρνει να εξηγήσει πολλά για το τρόπο με τον οποίο ο χορός λειτουργεί στον Σοχό σαν ένας μικρόκοσμος στο μακρόκοσμο της κοινωνίας. Προσφέρει έναν μεγάλο αριθμό έξυπνων αναλύσεων των οποίων οι περιλήψεις μόλις μπορούν να δώσουν μια ικανοποιητική εικόνα. Στον Σοχό ο χορός είναι ένα γεγονός πολύ πιο σημαντικό από μία ευχάριστη άσκηση: ο χορός είναι η ευκαιρία για τους άνδρες και τις γυναίκες του Σοχού να δείξουν ποιοι είναι, ποια είναι η υπόσταση τους σε σχέση με τους άλλους, τι περιμένουν από τους άλλους. Δεν αρκούν απλές εξηγήσεις: έχουμε να κάνουμε μ' ένα πολύ εύθραυστο υλικό, που θα γίνει αντιληπτό μόνο αν το περιεχόμενο του αναλυθεί λεπτομερώς. Οταν μία μεσήλικη χήρα χορεύει Ζεμπέκικο, αυτό φαίνεται να πηγαίνει ενάντια σε όλους τους κανόνες: αλλά κάθε Ζεϊμπέκικο δεν είναι το ίδιο. Αυτό επίσης σημαίνει ότι η Cowan δεν μπορεί να προσφέρει στους αναγνώστες βεβαιότητες: δεν υπάρχουν καθαρά σχήματα, ούτε ξεκάθαροι κανόνες. Αλλά ένα πράγμα που παρουσιάζει πολύ πειστικά είναι η ευρεία και επιβλητική δύναμη της μη ομιλούσας επικοινωνίας. Η ανάλυση του χορού και οι πραγματικά έξυπνες αναφορές της, κάνουν αυτό το βιβλίο απαραίτητο να διαβάσει κάποιος πριν ταξειδεύσει στην Ελλάδα. Προφυλάσσει τον αναγνώστη από το να θεωρεί όλους τους όλους έλληνες ανέμελους και χαρούμενους ανθρώπους, που ζουν μια ευχάριστη και εύκολη ζωή κάτω από τον ελληνικό ήλιο, ευτυχισμένους και "χορεύοντες". Πράγματι, οι περισσότεροι έλληνες χορεύουν. Αλλά αυτό που χορεύουν είναι η ζωή τους, συνηθισμένες ανθρώπινες ζωές, με όλες τις χαρές και φροντίδες της κοινωνίας τους. "Αμα μπεις στο χορό, πρέπει να χορέψεις". FrederickNaerebout Μετάφραση Αν. Αναστασοπούλου ********************************************************* ************************************************************ PAR016 NaereboutF01GR.doc |