Προβολή
Τεκμηρίωση
Τεκμήρια
Τεκμήρια ::
Λήμμα :
χορεύτρα - γυναίκα
Τεκμήρια :
( 1 )
Κείμενα
Κείμενα :
1.
χορεύτρα , Χορεύτρια. 1) Η γυναίκα που χορεύει, η χορεύτρια. 2) Εκείνη που έχει ιδιαίτερη επίδοση στο χορό, η καλή χορεύτρια.